Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ (μουντοβίνα)
Οι κερήθρες βράζονται, ο ζωμός τους φιλτράρεται και τοποθετείται σε βαρέλια πριν να πάει στο καζάνι
Τις χαλασμένες κερήθρες τις βάζουμε μέσα σε μεγάλα καζάνια και τις βράζουμε μέσα σε νερό. Το αποτέλεσμα είναι ένας χυλός που, αφού τον μαζεύουμε τον ρίχνουμε μέσα σε ένα φίλτρο- χωνί τον πιέζουμε με χειροκίνητη πρέσα. Το μείγμα από νερό και κερί που ρέει από εκεί το βάζουμε σε ξύλινα βαρέλια. Μαζεύουμε το κερί που, λόγω ειδικού βάρους, ανεβαίνει στην επιφάνεια και αποθηκεύετε σε μεγάλα βαρέλια, το οποίο με έντονα πια τα απομεινάρια του μελιού είναι γλυκό σαν μούστος. Καθώς είναι σκούρο, μια και είχε χρωματισθεί από κεριά και μέλι, το ονόμασαν μουντοβίνα- πιθανότατα από το μουντό χρώμα του και την ιταλική λέξη vina (κρασί). Άρα σημαίνει γλυκό κρασί. «Αφού τοποθετηθεί σε μεγάλα βαρέλια και ολοκληρωθεί η ζύμωση, γίνεται- σε περίπου είκοσι ημέρες- η πρώτη απόσταξη, βγαίνει οινόπνευμα 18-20 βαθμών. Σ΄ αυτό, που έχει ήδη πολύ έντονη τη μυρωδιά του κεριού και του μελιού, γίνεται και δεύτερη απόσταξη, με προσθήκη γλυκάνισου και μαστίχας Χίου. Ο συνδυασμός αυτός, δηλαδή κερί- μέλι- γλυκάνισο- μαστίχα, δίνει φανταστικά αρώματα, μία ιδιαίτερα γλυκιά γεύση που ανεβάζει το οινόπνευμα στους 60 βαθμούς, το κάνει πολύ πιο δυνατό